Ευαγγελικά Αναγνώσματα Κυριακής 15/12/2013

2013-12-10 16:58

Πρὸς Τιμόθεον Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα 

α΄ 8-18

Τέκνον Τιμόθεε, μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. Δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης. Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, ἀλλὰ γενόμενος ἐν ῾Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις. 

 

Ερμηνεία

Μη ντραπείς, λοιπόν, για τη μαρτυρία τού Κυρίου μας ούτε για μένα τον φυλακισμένο για χάρη του· αλλά, συγκακοπάθησε μαζί με το ευαγγέλιο, με τη δύναμη του Θεού ο οποίος μάς έσωσε, και μας κάλεσε με άγια κλήση, όχι σύμφωνα με τα έργα μας, αλλά σύμφωνα με τη δική του πρόθεση και χάρη, που δόθηκε σε μας εν Χριστώ Ιησού προαιώνια, φανερώθηκε όμως τώρα διαμέσου της επιφάνειας του Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, ο οποίος, αφενός μεν κατήργησε τον θάνατο, αφετέρου δε έφερε σε φως τη ζωή και την αφθαρσία διαμέσου τού ευαγγελίου. στο οποίο εγώ τάχθηκα κήρυκας και απόστολος και δάσκαλος των εθνών για την οποία αιτία και πάσχω αυτά.

Όμως, δεν ντρέπομαι επειδή ξέρω σε ποιον πίστεψα, και είμαι πεπεισμένος ότι είναι δυνατός να φυλάξει την παρακαταθήκη μου μέχρι εκείνη την ημέρα. Κράτα το υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων, που άκουσες από μένα, με πίστη και αγάπη που υπάρχει στον Ιησού Χριστό. Φύλαξε την καλή παρακαταθήκη διαμέσου τού Πνεύματος του Αγίου, που κατοικεί μέσα μας. Το ξέρεις, ότι με αποστράφηκαν όλοι αυτοί που είναι στην Ασία, από τους οποίους είναι ο Φύγελλος και ο Ερμογένης. Είθε ο Κύριος να δώσει έλεος στην οικογένεια του Ονησιφόρου· επειδή, πολλές φορές με παρηγόρησε, και δεν ντράπηκε την αλυσίδα μου, αλλά όταν ήρθε στη Ρώμη, με ζήτησε με πολύ ενδιαφέρον, και με βρήκε. Είθε ο Κύριος να του δώσει να βρει έλεος από τον Κύριο κατά την ημέρα εκείνη. Και όσες διακονίες έκανε στην Έφεσο, εσύ ξέρεις καλύτερα. 

 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ

Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν

ιδ΄ 16 – 24

 

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα, καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες, ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.  καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ῥύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· Ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. Πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ εκλεκτοί.

Ερμηνεία

Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν αυτήν. Kάποιος ετοίμασε μεγάλο δείπνο και προσκάλεσε πολλούς. Έστειλε, λοιπόν, το δούλο του την ώρα του δείπνου να πει στους προσκαλεσμένους: Ελάτε, γιατί είναι κιόλας όλα έτοιμα. άρχισαν τότε όλοι να προβάλλουν από μια δικαιολογία. O πρώτος του είπε: Αγόρασα ένα χωράφι και πρέπει να πάω να το δω. Σε παρακαλώ θεώρησέ με δικαιολογημένο. Ένας άλλος πάλι, είπε: Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω. Σε παρακαλώ θεώρησέ με δικαιολογημένο. Kι ένας άλλος είπε: Έχω παντρευτεί και γι’ αυτό δεν μπορώ να έρθω. Ήρθε, λοιπόν, ο δούλος εκείνος και τα διηγήθηκε αυτά στον κύριό του. Τότε ο οικοδεσπότης οργίστηκε και είπε στο δούλο του: Πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε εδώ μέσα τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς. Kι όταν επέστρεψε ο δούλος, είπε: Kύριε, έγινε αυτό που διέταξες, μα ακόμα υπάρχει χώρος. Είπε τότε ο κύριος στο δούλο του: Bγες στους δρόμους και στους περιφραγμένους τόπους και ανάγκασέ τους να μπουν εδώ για να γεμίσει το σπίτι μου. Γιατί σας λέω πως κανένας από τους ανθρώπους εκείνους που προσκάλεσα δε θα γευτεί το δείπνο μου.